Ένα Γενναίο Ψέμα
Δράμα,110′, Η.Π.Α/Κένυα/ Ινδία 2014
Πρωτότυπος Τίτλος: The Good Lie
Του Φιλίπ Φαλαρντό
Με τους Ρις Γουίδερσπουν,Κόρι Στολ, Σάρα Μπέικερ, Θαντ Λουκινμπιλ, Μαρία Χάουελ
Στις παράξενες και ανήσυχες μέρες που διανύουμε, εμφανίστηκαν με μεγαλύτερη ένταση κάποιες θλιβερές εικόνες από το παρελθόν, που ίσως νομίζαμε αφελώς ότι έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Τα γεγονότα που διαδραματίζονται σε Συρία και Ιράκ επαναφέρουν μνήμες ανθρώπων ακόμα και του δικού μας έθνους ,που εν καιρώ πολέμου έχασαν όλο τους το βιος, εκτοπίσθηκαν και μετανάστευσαν.
Ο σκηνοθέτης Φιλίπ Φαλαρντό συνεχίζει απ’ εκεί που μας άφησε το 2012 στον « Εξαιρετικό Κύριο Λαζάρ» και τις περιπέτειες του Αλγερινού ήρωα του, όταν προσελήφθη ως δάσκαλος σε σχολείο του Καναδά. Εδώ ο Φαλαρντό προσαρμόζει κινηματογραφικά το σενάριο της Μάργκαρετ Νάγκλ, για τρία αδέρφια και την παρέα τους, που επέζησαν των εκατοντάδων χιλιάδων δολοφονιών, κατά τον τριακονταετή 2ο Σουδανικό εμφύλιο, που ξεκίνησε το 1983.
Το έργο χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο -και πιο πετυχημένο- η κάμερα του Καναδού σκηνοθέτη ακολουθεί πέντε ορφανά παιδιά, τον δυναμικό Μαμέρ, τα αδέλφια του Τεο και την Αμπιτάλ, τον μελαγχολικό Τζερεμαία και τον «καλλιτέχνη» Πολ, που βρίσκονται εν μέσω διασταυρούμενων πυρών – πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο- και τη φρίκη του πολέμου. Διανύουν μια διαδρομή 800 μιλίων μέχρι να φτάσουν σώοι και αβλαβείς σε προσφυγικό καταυλισμό στην Κένυα. Μένουν εκεί 13 χρόνια, μέχρι τη στιγμή που θα τους δοθεί άσυλο από τις Ηνωμένες Πολιτείες για να επανεκκινήσουν τη ζωή τους, στο ελεύθερο και γεμάτο ευκαιρίες αμερικανικό περιβάλλον.
Το δεύτερο μέρος ξεκινάει από το αεροδρόμιο του Κάνσας, εκεί που θα φάνε τη πρώτη σφαλιάρα, αντιλαμβανόμενοι ότι ο όρος «ελευθερία» είναι κάτι σχετικό, ακόμα και για την Αμερική. Η γραφειοκρατία θα χωρίσει τα δύο αδέρφια, τον Μαμέρ και την Αμπιτάλ, (ο Τεό παρέμεινε στην Κένυα) στη βάση ενός ακατανόητου διαχωρισμού φύλου. Η δεύτερη σφαλιάρα έρχεται από τη συνειδητοποίηση ότι ο εκδημοκρατισμένος δυτικός κόσμος λειτουργεί με κανόνες που μέσα σε αυτούς είναι δυσεύρετη η αλληλοϋποστήριξη και γενικότερα ο ανθρωπισμός, χαρακτηριστικά που ένωναν τους 4 ήρωες της ιστορίας μας. Σημαντικό ρόλο στη καθημερινότητα τους διαδραματίζει η Κάρι Ντέιβις(Ρις Γουίδερσπουν) υπάλληλος σε γραφείο εξευρέσεως εργασίας η οποία βρέθηκε από σπόντα να αναλαμβάνει την ευθύνη να τους βρει δουλειά. Η αρχική της ψυχρότητα απέναντι τους, μετεξελίσσεται σε πραγματική αγάπη και αγωνία για το μέλλον τους, μα οι νεαροί Σουδανοί, μέρα με τη μέρα νιώθουν και πιο ξένοι μέσα στο Αμερικανικό έδαφος και ετοιμάζονται να γυρίσουν πίσω.
Ξεκινώντας από τα καλά της ταινίας οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στον Φιλίπ Φαλαρντό πρώτον, την αποφυγή της ροπής προς το εύκολο δραματουργικό μελό, ιδίως στο κομμάτι το τεχνικό (στο στήσιμο της ιστορίας και στις δυναμικές μουσικές του επιλογές, μέσα ακόμα και από αφρικανικούς ήχους). Μα και οι ήρωες του ενώ βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο και παρά τις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζουν, διατηρούν μια άφθαρτη υπερηφάνεια, αρνούμενοι να προσδεθούν -άνευ όρων- στο άρμα των ηθικών κανόνων της νέας τους πατρίδας, επιδιώκοντας να μην απεμπολήσουν αλλά να διατηρήσουν, τις αρχές της χριστιανικής τους πίστης( είναι έντονο το στοιχείο αυτό στο έργο) και τις αξίες του πολιτισμού τους.
Είναι επιτυχημένος ο τρόπος που παρουσιάζονται οι αμφιταλαντεύσεις τους, το κοντράστ των συναισθημάτων τους, όταν χαρούμενοι αναχωρούν από τον καταυλισμό για τον «αμερικανικό παράδεισο» και κάποιοι χαρούμενοι επιστρέφουν σε αυτόν. Ο Φαλαρντό δεν παίζει ένα σκληρό ροκ καταδίκης των Αμερικανικών πρακτικών, τουναντίον δείχνει να επικροτεί τη μεταναστευτική πολιτική των Η.Π.Α, τουλάχιστον μέχρι το κτύπημα στους δίδυμους πύργους. Από την άλλη, κρατάει μικρό καλάθι για το πόσο εφικτό είναι πλέον να ζήσει κανείς και να απολαύσει το αμερικανικό όνειρο, χωρίς να χρειαστεί να είναι ψυχικά υποταγμένος στην κουλτούρα του κέρδους και του χρήματος.
Οι αδυναμίες του έργου είναι δεδομένες και ορατές δια γυμνού οφθαλμού. Η ιστορία όπως κτίζεται στο τελευταίο της στάδιο είναι λιγότερο δουλεμένη από τις υπόλοιπες , επεξηγηματική βέβαια ως προς τον τίτλο « The Good Lie». Ο θεατής δεν χρειάζεται να επεξεργαστεί αυτό που βρίσκεται πίσω από το προφανές, όλα δίνονται στο πιάτο, με μια πέραν του δέοντος κινηματογραφική απλοϊκότητα και της ίδιας της εικόνας και των λέξεων που χρησιμοποιούνται. Ταυτόχρονα, η προσπάθεια να παραμείνουν ατσαλάκωτα τα 20χρόνα παιδιά από το Σουδάν και να αναδειχθούν οι δύο αντίθετοι κόσμοι, της προόδου από τη μια και της πρωτόγονης στασιμότητας από την άλλη, θα ρίξουν τον σκηνοθέτη στη παγίδα της υπερβολής. Επειδή μεγάλωσαν σε καταυλισμούς προσφύγων δεν σημαίνει ότι ο ήχος του τηλεφώνου, τους είναι άγνωστος, ή ακόμα χειρότερο, να αγνοούν πως να τοποθετήσουν ένα καλαμάκι στο πλαστικό ενός αναψυκτικού.
Η βραβευμένη με Όσκαρ Ερμηνείας για το «Walk the Line» Ρις Γουίδερσπουν εμφανίζεται για πρώτη φορά στο πλάνο, περίπου στο τεσσαρακοστό λεπτό. Ο ρόλος της ορθά ΔΕΝ είναι επιβλητικός, είναι όμως σημαντικός, αντικατοπτρίζοντας -κάποιες στιγμές αποστασιοποιημένα αλλά και τις περισσότερες με στοργικότητα- τις μπερδεμένες πεποιθήσεις των ντόπιων πολιτών για άτομα διαφορετικού χρώματος, εθνότητας και οικονομικής τάξης. Φαντάζει ιδανικό φιλμ για προβολή του σε παιδιά, από δασκάλους και καθηγητές.
“ Ένα Γενναίο Ψέμα” από 9/10 στους κινηματογράφους σε διανομή Odeon