2 Επιλεγμένες Πρεμιέρες & 2 στο μεταίχμιο. Στις αίθουσες από την Πέμπτη 19/5

Παρουσίαση-Κριτικές
Ιάκωβος Γωγάκης
1. Νύχτα της Φωτιάς
Πικρή ειρωνεία: To Μεξικό, η χώρα που συνορεύει με τις Η.Π.Α, αλλά και η χώρα που αδυνατεί να γευτεί την κοινωνική πρόοδο της αμερικανικής κουλτούρας.
Οι πολίτες της χώρας, προσπαθούν να διασχίσουν τα σύνορα, κι όσοι μένουν, αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο ενός απρόβλεπτου τέλους αλλά και τον κίνδυνο της εξαθλίωσης. Τα παιδιά δεν μπορούν να αποφύγουν τα καρτέλ των ναρκωτικών και οι γυναίκες γίνονται έρμαια του εμπορίου σεξουαλικής εκμετάλλευσης.
Η ταινία της -προερχόμενης από την σχολή του ντοκιμαντέρ- Τατιάνα Χουέζο στηρίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Τζένιφερ Κλέμεντ (2014).
Παρακολουθούμε την Άνα από τα παιδικά της χρόνια μέχρι την εφηβεία. Μένει με τους γονείς της σε μια ορεινή κοινότητα της χώρας, όπου η παρανομία ζει και βασιλεύει. Η μητέρα της εργάζεται ως πλύστρα κι ο πατέρας της νυχθημερόν εργάζεται στο λατομείο της περιοχής. Έχει δύο καλές φίλες, την Πάολα και τη Μαρία.
Τα κορίτσια πραγματικά κινδυνεύουν από τις απρόσκλητες επισκέψεις των αδίστακτων κακοποιών, τους οποίους η κάμερα της Χουέζο αποφεύγει να τους δείξει , παρά μόνο μία φορά.
Τα κορίτσια μαθαίνουν να καμουφλάρονται -σαν να είναι άνδρες- δεν ανακαλύπτουν ποτέ τη θηλυκότητά τους για να μην προκαλέσουν τα βλέμματα των σωματεμπόρων κι όταν είναι μόνες ξεθάβουν και κανένα κραγιόν.
Μια απαγωγή, δημιουργεί εκ νέου φόβο στην κοινότητα, πολύ δε περισσότερο στην Άνα και στη μητέρα της.
Η ταινία αναγάγει τις γυναίκες στο Μεξικό ως τις απόλυτες ηρωίδες- με την κυριολεκτική σημασία του όρου- μακριά από δραματουργικές εντάσεις , μα με μικρές πινελιές υπόκωφης αίσθησης του φόβου, που διαρκώς πλανάται στην ατμόσφαιρά.
Αντί να ακούγεται ο ήχος της φύσης, ακούγονται οι ήχοι των αυτοκινήτων, που υποδηλώνουν τον ήχο του κακού. Μια αντιδιαστολή του αγνού φυσικού τοπίου και της ανθρώπινης βαρβαρότητας.
Μια ιστορία που τρομάζει, γιατί όλα όσα αφηγείται η σκηνοθέτις συμβαίνουν στ’ αλήθεια. Από την άλλη, είναι και μια ταινία φεστιβαλικής υφής, ρυθμικά αργόσυρτη, χωρίς πολλές αφηγηματικές ιστορίες να εξελίσσονται στο προσκήνιο.
Ιστορίες γάμου, ιστορίες ανθρώπων της μέσης ηλικίας. Κάποιοι επιθυμούν να πορευτούν για πάντα μαζί με τους συντρόφους τους, άλλοι τρομάζουν από τις οικογενειακές ευθύνες και δραπετεύον.
Τέτοιου είδους ιστορία, γράφτηκε από τον Ντομένικο Σταρνόνε και σκηνοθετήθηκε προσφάτως από τον Ιταλό Ντανιέλε Λουκέτι.
Πρόκειται για τη σχέση ενός ζευγαριού με δύο παιδιά, στη Νάπολη του 1980. Ο ραδιοφωνικός παραγωγός -ονόματι Άλντο- ανακοινώνει στη σύζυγό του -την Βάντα- ότι στη Ρώμη ερωτεύτηκε μια νεότερη του γυναίκα και θα φύγει. Η σύζυγός του, αδυνατεί να τον πείσει για μια νέα αρχή και βυθίζεται στη θλίψη και στην απόγνωση. Αποπειράται να αυτοκτονήσει.
Η ταινία διαθέτει ηθοποιούς υψηλού επιπέδου, όμως είναι οι γυναίκες που ξεχωρίζουν, όπως επί παραδείγματι είναι η εξαίσια Άλμπα Ρορβάχερ, στην πιο ώριμη ερμηνεία της καριέρας της. Η Ρορβάχερ, μπορεί να συγκινήσει, να προβληματίσει και να φωτίσει στο πώς μπορούν να γκρεμιστούν όνειρα και προσδοκίες, μέσα σε μια στιγμή. Η προδοσία , η κατάπτωση, ο πανικός αλλά και τα αυξημένα οικογενειακά βάρη, όταν τα σηκώνει μια γυναίκα μόνη, εμπίπτουν εύστοχα στον προβληματισμό του Ιταλού σκηνοθέτη.
Ο τίτλος της ταινίας « Τα Κορδόνια», έχει τη σημασία και την αξία του στο έργο και παραπέμπει στην ταινία του Ρόι Άντερσον « Η Ομορφιά της Ύπαρξης» όταν ένας πατέρας τη στιγμή της νεροποντής, θα δέσει τα κορδόνια της κόρης του.
Ο ήρωάς μας θα τα δέσει, στα παιδιά του; Άραγε μπορεί να το κάνει;
Αφενός , τα flashback αλλά και η παρακολούθηση των ίδιων προσώπων σε βάθος χρόνου-μέχρι τα βαθιά γεράματα- μέχρι την ενηλικίωση των τέκνων τους, δημιουργεί πολλά αφηγηματικά κενά και μπερδεύει, εξαιτίας της έλλειψης ιστοριογραφικής συνοχής, αφετέρου, δημιουργείται και μπέρδεμα από την παρουσία διαφορετικών ηθοποιών, που ερμηνεύουν τους ίδιους ήρωες, αλλά σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Ο Άλντο ( Λουίτζι Λο Κάσιο) αποτυπώνεται ως παρτάκιας, φοβικός, ανώριμος να αντιμετωπίσει τα ψυχολογικά τερτίπια της μέσης ηλικίας και τα χρόνια του γήρατος. Απουσίαζε όμως από το έργο, η δική του ματιά στα πράγματα, απουσίαζε και η φωνή του στο μικρόφωνο… ήταν άλλωστε ραδιοφωνικός παραγωγός.
Η ύπαρξη του βρετανού ζωγράφου Λούις Γουέιν, ακόμη και για τους λάτρεις των εικαστικών τεχνών, παραμένει-εν πολλοίς- άγνωστη. Ο σκηνοθέτης Ουίλ Σαρπ επιθυμεί να τον συστήσει στο ευρύ κοινό, να παρουσιάσει τη ζωή του και να φωτίσει τις σκοτεινές πτυχές της προσωπικότητάς, ενός καλλιτέχνη που γεννήθηκε το 1860, εννέα χρόνια μετά το θάνατο του κορυφαίου –για εκείνα τα χρόνια βρετανού ζωγράφου, του Ουίλιαμ Τέρνερ. Ο Λούις Γουέιν, αποτελεί σίγουρα κινηματογραφικό δέλεαρ, εν αντιθέσει με τον Τέρνερ που και ντοκιμαντέρ για τη ζωή του έχουν γυριστεί, αλλά έχει υπάρξει και ενδελεχής απεικόνισή του, στην ομώνυμη ταινία του Μάικ Λι.
Το έργο “Λούις Γουέιν: Ένας Ξεχωριστός Κόσμος” διέθετε τα φόντα να εξελιχθεί σε ένα έργο με μεγάλες αξιώσεις. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ο Γουέιν πέρασε μέσα από ένα κυκεώνα προβλημάτων, όπως για παράδειγμα οικογενειακή καταπίεση, ανάληψη ευθυνών – η φροντίδα των αδερφών του- πόλεμο, που υπέστη από τους γονείς του, όταν παράφορα ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε την γκουβερνάντα που είχαν στο σπίτι, την Έμιλι.
Την ίδια στιγμή, λάτρευε ένα είδος ζωγραφικής- δηλαδή τις χιουμοριστικές ζωγραφιές γατιών- που δεν ήταν ιδιαίτερα συνηθισμένη τεχνοτροπία στη ζωγραφική τέχνη της εποχής. Έχασε πρόωρα την Έμιλι από καρκίνο και ο ίδιο κατέληξε ψυχικά ασθενής.
Ο Ουίλ Σαρπ επιλέγει για τον κεντρικό ρόλο, έναν ηθοποιό, μαθημένο για τους δύσκολους ρόλους, τον Μπένεντικτ Κάμπερμπατς
Ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς εμφανίστηκε στη μεγάλη οθόνη με διάθεση να ξεδιπλώσει τα χαρίσματα του. Τα χαρίσματα εξωτερικής αντανάκλασης του ήρωα και τα χαρίσματα τα πιο σύνθετα, τα εσωτερικά.
Ο σκηνοθέτης- από την αρχή- μας έδωσε την εικόνα, ότι τον ενδιέφερε μια όσο το δυνατόν πιο απλοποιημένη βιογραφία.
Ως εκ τούτου το εξωτερικό περιτύλιγμα , είχε για τον Σαρπ ιδιαίτερη σημασία, οδηγώντας το έργο συχνά-πυκνά σε ξεσπάσματα που φλέρταραν με το μελό, στηριζόμενος και στην ανάλογη μουσική επένδυση.
Στις σεκάνς όπου συναντώνται ο Γουέιν (Μπένεντικτ Κάμπερμπατς) με την Έμιλι ( Κλερ Φόι), το έργο αποκτά δυναμική, με τους δύο ηθοποιούς να προσδίδουν στους ήρωες που ενσαρκώνουν, μια πολύ ρεαλιστική απεικόνιση, ενός έρωτα που τους απογειώνει αλλά και τους συνθλίβει, από μια εξωτερική αιτία( η σοβαρή ασθένεια της νεαρής γυναίκας ).
Μια παρόμοιας -σε κινηματογραφική αξία- σεκάνς, εμφανίζεται όταν ο Γουέιν, χάνεται στον κόσμο της σχιζοφρένειας. Η ύπαρξη του γάτου- ονόματι Πίτερ – δεν τρυπώνει στο πλάνο, όσο φυσικά θα περιμέναμε. Να θυμηθούμε τον φυσικό και έξυπνο τρόπο, που οι αδερφοί Κοέν στο “Inside Llewyn Davis”, έδειξαν την σχέση του καλλιτέχνη με τη γάτα του, είχαν προσδώσει μια άλλη διάσταση, συναισθηματική και ουσιαστική, που απουσίαζε από την ταινία του Σαρπ.
4. Το Κοστούμι
Το οργανωμένο έγκλημα στην μεταπολεμική Αμερική, είναι γνωστό ότι έδινε κι έπαιρνε. Στο Σικάγο δε, τότε που διαδραματίζεται η ταινία του Γκράχαμ Μουρ ( 1950) δολοφονήθηκε ο αρχηγός της αστυνομίας κι ένας δικηγόρος, οι οποίοι είχαν φτάσει κοντά στην εξάρθρωση των εγκληματικών οργανώσεων της πόλης.
Η ταινία του πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη-αλλά γνωστού σεναριογράφου- αντιπαραβάλλει και συνδέει το σικάτο επάγγελμα εκείνης της εποχής, του « Ράφτη ανδρικής ένδυσης» με τους μαφιόζους-εγκληματίες, που καμουφλάρονταν μέσα στα ακριβά κοστούμια και στις κολλαριστές γραβάτες.
Η ταινία δημιουργεί διάθεση αναπόλησης μιας άλλης εποχής, μα η αύρα της παραμένει ξεπερασμένη, απόρροια –ίσως- της απουσίας έμπρακτου συνειρμού με το σήμερα.
Η επιθυμία, του εμπνευστεί της ταινίας, να θέσει στον πυρήνα του το αποπνικτικό σκηνικό ενός μονάχα χώρου, εν προκειμένω του εργαστηρίου ραπτικής του Λέοναρντ (Μαρκ Ράιλανς ) και την εκεί παρουσία μελών της γκανγκστερικής οικογένειας Μπόιλ, εν τέλει η ίντριγκα, το μυστήριο και τα πρόσωπα που μπαινοβγαίνουν στο σκηνικό, ενορχηστρώνονται με υπερφίαλη σκηνοθετική διάθεση, επενδύοντας μονίμως στη βία και στο μαύρο χιούμορ.
Από την άλλη, ήταν ιδιαίτερα γοητευτικό, να βλέπει κανείς τον ράφτη, που τον ερμήνευσε με μεγάλη άνεση ο Ράιλανς, να λέει κι αυτός ψέματα, να υπεκφεύγει, να προσπαθεί να διασωθεί από μια επικίνδυνη κατάσταση για τον ίδιο και για τη φήμη του.
RELATED ARTICLES
-
-
Air: Κυνηγώντας Ένα Θρύλο
05/04/2023, 14:45 -
Το Μπλε Καφτάνι
29/03/2023, 23:05 -
Τα Οκτώ Βουνά
29/03/2023, 22:54
Οι Τελευταίες Αναρτήσεις
-
18/05/2023, 00:05 Δύο ταινίες -ελαφρώς- ξεχωρίζουν από τις νέες κινηματογραφικές πρεμιέρες (18/5)
Νυρεμβέργη 2.5/5 1945: Έξι μήνες μετά τη συνθηκολόγηση της
Διαβάστε Περισσότερα... -
03/05/2023, 13:46 Η Βαλέρια Παντρεύεται
Κριτική Ιάκωβος Γωγάκης Μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, και
Διαβάστε Περισσότερα... -
05/04/2023, 14:45 Air: Κυνηγώντας Ένα Θρύλο
Κριτική Ιάκωβος Γωγάκης Το 1984, ένα αστέρι γεννιέται. Ο θρύλος του
Διαβάστε Περισσότερα... -
29/03/2023, 23:05 Το Μπλε Καφτάνι
Κριτική Ιάκωβος Γωγάκης Η παραδοσιακή ενδυμασία των Οθωμανών Αυτοκρατόρων, των
Διαβάστε Περισσότερα... -
29/03/2023, 22:54 Τα Οκτώ Βουνά
Κριτική Ιάκωβος Γωγάκης Ένα από τα γνωστότερα και ευρέως αναγνωρίσιμα
Διαβάστε Περισσότερα... -
12/03/2023, 12:51 Ξεχωρίζει το ντοκιμαντέρ- αφιέρωμα στον Ντέιβιντ Λιντς λίγο πριν το κλείσιμο του 25ου ΦΝΘ
Ανταπόκριση Ιάκωβος Γωγάκης Το 25ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, βρίσκεται στις
Διαβάστε Περισσότερα...