22
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
2024
screeneye.gr
No Comments 127 Views

Επιλεγμένες Πρεμιέρες από την Πέμπτη 26 Μάϊου στους κινηματογράφους

topgun
Παρουσίαση-Κριτικές
Ιάκωβος Γωγάκης

1. Το Θαύμα

miracle1

Τα μονοπάτια του νέου ρουμάνικου κινηματογραφικού ρεύματος- το οποίο αναδύθηκε μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού- ακολουθεί ο σκηνοθέτης και καθηγητής πανεπιστημίου του  Κολούμπια , ο Μπογκντάν Τζορτζ Απέτρι.
Μια κινηματογραφική σχολή-το νέο  ρεύμα-  που εξελίσσεται και προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες της ρουμανικής κοινωνίας.
Η εξέγερση του ’89, η εκτέλεση του Τσαουσέσκου στις 25 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους και η προσδοκία για δημοκρατία, ισονομία και ελευθερία, έχουν πια απομυθοποιηθεί.
Η διαφθορά στη Ρουμανία διευρύνεται, η πίστη στους εκπροσώπους του κλήρου κλονίζεται, η βία και η ατιμωρησία εξαπλώνονται.
Δεν είναι δικιά μας βιωματική εμπειρία από τη ρουμανική κοινωνία αλλά από τις ρεαλιστικές ιστορίες που διηγούνται οι Ρουμάνοι σεναριογράφοι και σκηνοθέτες.
«Το Θαύμα»,  αποτελεί το δεύτερο κεφάλαιο μιας αυτόνομης τριλογίας ταινιών (Αγνώστων στοιχείων, Το Θαύμα, το τελευταίο δεν έχει ακόμη τίτλο ), χωρίς χρονικά κενά από τη μία στην άλλη, όπως ακριβώς έπραξε ο Κισλόφσκι, με την τριλογία των χρωμάτων.
Ο Μπογκντάν Τζορτζ Απέτρι στο « Θαύμα» χρησιμοποιεί οικείους συμβολισμούς και παρόμοιες ιστοριογραφικές αφηγήσεις από άλλες ρουμάνικες ταινίες. Για  παράδειγμα, από το έργο « Πίσω από τους Λόφους» και «4 μήνες, 3 εβδομάδες, 2 μέρες» του Κριστιάν Μουντζίου. Καταλήγει με ένα δίπολο, που συνδυάζει το αστυνομικό σασπένς και μια ιστορία βιασμού, της 19 χρόνης δόκιμης μοναχής, της Κριστίνα, στη Ρουμανία του σήμερα.
Η κάμερά του, με νωχελικό τέμπο,  ακολουθεί την Κριστίνα (Ιοάνα Μπουγκαρίν), η οποία  κρυφά φεύγει από το μοναστήρι για να μεταβεί στην πόλη, να εξεταστεί από γυναικολόγο. Την μεταφέρει ένας ταξιτζής, συγγενής  μιας άλλης καλόγριας. Η Κριστίνα, του ζητάει να κάνει μία στάση για να αλλάξει ρούχα. Στην πόλη το νεαρό κορίτσι, ψάχνει κι έναν άντρα, χτυπάει το κουδούνι ενός διαμερίσματος, αλλά ανοίγει την πόρτα μια γυναίκα.
Επιστρέφοντας στο μοναστήρι, θα μπει σε ένα άλλο ταξί. Η Κριστίνα,  ζητάει να κάνει μία στάση για να αλλάξει ρούχα. Η Κριστίνα θα πέσει θύμα ενός άγριου βιασμού.  Αργότερα, ένας αστυνομικός, προσπαθεί με πάθος κι ανεξήγητη εμμονή,  να ανακαλύψει την αλήθεια, μα  και το ποιος ήταν ο θύτης.
Ο Αμερικανο-σπουδαγμένος Μπογκντάν Τζορτζ Απέτρι προσεγγίζει την ιστορία , στηριζόμενος τεχνικά στις νόρμες του ανεξάρτητου σινεμά, όπου μια σεκάνς , μπορεί να είναι εξ’ ολοκλήρου γυρισμένη μέσα σε ένα αυτοκίνητο και μπορεί να διαρκεί επί μακρόν. Εύστοχος ο τρόπος που φιλμάρει την ηθοποιό Ιοάνα Μπουγκαρίν , γιατί βάζει το θεατή σε μια μόνιμη διαδικασία αναζήτησης των κινήτρων της. Από την άλλη, δεν μας αφήνει να ξεχάσουμε ότι η νεαρή – γοητευτική γυναίκα είναι μόλις 19 χρονών κι αντιμετωπίζει το πιο σοβαρό δίλημμα  της ζωής της, με απειρία κι αθωότητα, για τον κόσμο, μέσα κι έξω από το μοναστήρι. Ο ρόλος των ανδρών είναι καθοριστικός.
Μια σκηνή με τον αστυνομικό και τον φερόμενο ως βιαστή, μας έφερε στο μυαλό, τα τελευταία λεπτά της επίσης αστυνομικής ταινίας του Κλιντ Ίστγουντ «Σκοτεινό Ποτάμι».

2. Top Gun: Maverick

topgun

Η ταινία του 1986 «Top Gun» , με τον νεοφερμένο –τότε- ηθοποιό, Τομ Κρουζ, είχε ιδιαίτερη επίδραση στο αμερικανικό και δυτικό κοινό- και με το τρομερό- διαχρονικό της σάουντρακ- και με τις υψηλότερες εισπράξεις απ’ όλες τις άλλες ταινίες, για εκείνη τη χρονιά.

Οι πολιτικές εξελίξεις της εποχής, επέδρασαν καταλυτικά στο να δημιουργηθεί η εντύπωση στους Αμερικανούς, ότι πλησίαζε η μέρα που θα αλλάξουν τον ρου της ιστορίας. Οι Σοβιετικοί έχαναν τον ένα ηγέτη πίσω από τον άλλο( από φυσικά αίτια), την ίδια στιγμή και τα ρήγματα στο εσωτερικό των Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, μέρα με τη μέρα βάθαιναν. Αντιθέτως, ο Ρήγκαν παρέμενε ισχυρός κι ακολουθούσε ενίοτε σκληρή στάση στις Αμερικανοσοβιετικές συνομιλίες, όπως συνέβη τον Μάρτιο του ’86 , όταν αρνήθηκε να αποδεχθεί το μορατόριουμ πυρηνικών δοκιμών, που του πρότεινε ο Γκορμπατσόφ.

Με την αίσθηση της γενικότερης υπεροχής έναντι του Σοβιετικού αντιπάλου , το έργο του Βρετανού Τόνι Σκοτ και της Paramount προσδιόριζε την έννοια της υπεροχής, όπως την αντιλαμβάνονταν οι Αμερικανοί.

Πρωτίστως ιδεολογική, δευτερευόντως στρατιωτική και μια τρίτη, όπου η ατομική ελευθερία θα μπορούσε οικειοθελώς να περιοριστεί, από τον αλτρουισμό και το πατριωτικό καθήκον.

Ένα μέλος της μικρής επίλεκτης ομάδας αεροπόρων της σχολής « Top Gun», ο Γκουζ, θυσίασε την ίδια του τη ζωή, σε μια αερομαχία.

Ο κεντρικός ήρωας των δύο ταινιών, ο Μάβερικ( Τομ Κρουζ), αποδεικνύεται 36 χρόνια αργότερα, ότι θυσίασε την προσωπική του ζωή για να υπηρετεί 365 μέρες το χρόνο την αεροπορία του πολεμικού ναυτικού , χωρίς να έχει κερδίσει παράσημα και προαγωγές. Ο γιος του εκλιπόντα αεροπόρου –ο Ρούστερ (Μάιλς Τέλερ)- ακολουθεί τα επαγγελματικά βήματα του πατέρα του, έχει πολλά αναπάντητα ερωτήματα και ζητάει από τον Μάβερικ απαντήσεις, 36 χρόνια μετά.

Και στις δύο ταινίες, ο εχθρός δεν έχει όνομα κι επίθετο, όμως στην πρώτη του ’86, αμυδρά φωτογραφίζονται και ξεκάθαρα υπονοούνται οι Σοβιετικοί.

Το σίκουελ του 2022 το σκηνοθετεί ο Τζόσεφ Κοσίνσκι, από τη στιγμή που ο Τόνι Σκοτ έδωσε το 2012 ένα μακάβριο τέλος στην επίγεια ζωή του.

Δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο Κοσίνσκι υιοθετεί την άποψη, πως η αμερικανική κυριαρχία είναι στις μέρες μας το ίδιο δεδομένη και το ίδιο ισχυρή, όπως την αποτύπωσε τη δεκαετία του ’80 ο Τόνι Σκοτ-σε μια συγκυρία –τότε- που ευνοούσε σαφώς τους Αμερικανούς- ούτε βεβαίως στην πρόσφατη εκδοχή, πάμε στο άλλο άκρο, δηλαδή των αντιπολεμικών μηνυμάτων.

Παραμένει μια εξίσου μιλιταριστική ταινία-ίσως και σε μεγαλύτερο βαθμό από την προηγούμενη ταινία- που εγκωμιάζει την πολεμική τεχνογνωσία, την αυτοθυσία και την ανιδιοτελή αφοσίωση, εν προκειμένω για την αξία των μαχητικών αεροσκαφών και των πιλότων που παίζουν καθημερινά στον αέρα, ένα παιχνίδι με τον θάνατο.

Ο σκηνοθέτης, ο Τζόσεφ Κοσίνσκι υπερασπίζεται την εμπειρία των μεγαλύτερων έναντι του νεανικού αυθορμητισμού και υπαινίσσεται, ότι «το να ρίχνονται στον Καιάδα», να παροπλίζονται , να υποβιβάζονται , όσοι έχουν προσφέρει υπηρεσίες-όπως ο Μάβερικ- κι εξακολουθούν να έχουν διάθεση συνεισφοράς, είναι λάθος. Στην ταινία, αρχικά οι νεαροί πιλότοι δείχνουν μια στάση υποτίμησης απέναντι στον Μάβ και οι ανώτεροί του, δεν τον έχουν πρώτη επιλογή, τον θέλουν να διδάξει αλλά να μην πετάξει.

Αμφισβητείται αμυδρά και η τάση της εποχής, να αντικατασταθεί το άτομο από τις μηχανές, με την τεχνολογία να κάνει όλη τη δουλειά.

Ο Μάβερικ χειρίζεται με μαεστρία τις απαιτήσεις και τους κανόνες των ανωτέρων του, θα κάνει αργότερα «και του κεφαλιού του»-όπως τον είδαμε να μην ακολουθεί τους κανόνες και στην πρώτη ταινία- όταν όμως ακούει στο πιάνο να παίζεται το «Great Balls Of Fire»,

αντιλαμβάνεται ότι το παρελθόν, δηλαδή ο Γκούζ, είναι ακόμη εκεί. Ένα παρελθόν που τον στοιχειώνει.

Ο σκηνοθέτης ακολουθεί κάποιες κλασικές συμβάσεις του αμερικανικού κινηματογράφου για να αποτυπώσει τη σχέση του Μαβερικ με τον νεαρό υιό του Γκουζ, τον Ρούστερ , όπως ήταν η στιγμή, που ο Μάβερικ ρισκάρει, κι επιλέγει τον Ρούστερ για μια επικίνδυνη αποστολή. Όλα όσα θα συμβούν στον αέρα, θα κλείσουν τις πληγές του παρελθόντος, χωρίς να ασχολείται ο Κοσίνσκι, εάν οι διαδραματιζόμενες περιπέτειες των δύο τους, μπορούν να πείσουν για τον ρεαλισμό τους.

Απουσιάζει από το κάδρο του Κοσίνσκι ο μεγάλος έρωτας του νεαρού Μάβερικ , δηλαδή η Σαρλότ Μπλάκγουντ, Είναι μια εμφανής αποτύπωση για την εξέλιξη των σχέσεων στα νεανικά χρόνια, όταν οι σχέσεις διαλύονται, πρόσωπα φεύγουν κι άλλα πρόσωπα εμφανίζονται.

Έχοντας το ρομαντικό σκέλος, σαφώς πιο περιορισμένο κινηματογραφικό χρόνο από την ταινία του Τόνι Σκοτ – γίνεται αντιληπτό κι από την μουσική επένδυση, η οποία βρίσκεται σε άλλο ύφος από την αρχική ταινία- για να τροφοδοτήσει λιγότερο ρομαντικά τη σχέση του κεντρικού ήρωα με τη γοητευτική Πένι ( Τζένιφερ Κόνελι), που παραμένει μια σχέση μετέωρη, πρόσκαιρη και ημιτελής, γιατί ο Μάβερικ είναι μονίμως φευγάτος. Έξυπνη η σκηνή όταν ο Μάβερικ αισθάνεται απειλή, από ένα παιδί,

από την πιτσιρίκα κόρη της Πένι , που με μάτια να γυαλίζουν, τον προειδοποιεί….

Το target group της ταινίας , μπορεί να είναι στοχευμένο για ανδρικό- πατριωτικό ακροατήριο, ο Κοσίνσκι όμως αποφεύγει να κινηθεί μονόπλευρα. Διανθίζει την ιστορία με διάφορες αξιακές ανησυχίες για το άτομο, την τεχνολογία και για την ίδια την Αμερική. Επενδύει και σε διάφορους γρίφους, γύρω από την επίλυση σκοτεινών πτυχών από το έργο του 1986 , αλλά και με την συμβατική χαλαρή ερωτική αφήγηση, ανάμεσα σε δύο πρόσωπα που έχουν έλξη, αλλά που γνωρίζουν πως είναι σχεδόν ανέφικτο, να πορευτούν για πάντα μαζί.

3. Ανάμεσα σε δύο κόσμους 
BETWEEN1

Κάτι σοβαρό λαμβάνει χώρα στην 5η Γαλλική Δημοκρατία τον τελευταίο καιρό, με τις κοινωνικές ζυμώσεις να μετουσιώνονται συχνά-πυκνά σε μεγάλες κινητοποιήσεις ( κίτρινα γιλέκα), μεταφέροντας τον ίδιο αέρα, από τις απεργίες του 1947 και του 1968. Η σοβαρότητα, έγκειται στο γεγονός, πως αυξήθηκε η ανεργία, μειώθηκαν οι μισθοί, περιορίστηκε το κοινωνικό κράτος, άρα περιορίστηκε η ισχυρή μεσαία τάξη κι ως εκ τούτου αποδομήθηκε πλήρως κι ο παραδοσιακός γαλλικός δικομματισμός , κεντροδεξιάς- σοσιαλδημοκρατίας. Αντικαταστάθηκε από μια ενοποιημένη φιλοευρωενωσιακή ηγεσία , του Μακρόν, η οποία απειλείται από την άκρα δεξιά, έως την πιο ριζοσπαστική αριστερά.
Η ραγδαία μετατόπιση της μεσαίας τάξης προς τα φτωχότερα στρώματα, αλλά και η πλήρης εξαθλίωση των τελευταίων, απασχολεί Γάλλους και Βέλγους κινηματογραφιστές, πιάνοντας ο καθένας τους, μια διαφορετική ιστορία, για να πουν το ίδιο πράγμα. Κάτι πρέπει να αλλάξει. Υπάρχουν σκηνοθέτες που φωτίζουν με μεγαλύτερη δύναμη τις αντανακλάσεις της εποχής, από κάποιους άλλους. Ξεχωρίζουμε τον  Γκεντιγκιάν και τους Νταρντέν.
Ο Γάλλος σκηνοθέτης, Εμμανυέλ Καρρέρ( γνωστός ευρύτερα για τα βιβλία που έχει γράψει) προσαρμόζει κινηματογραφικά το μυθιστόρημα « Κόκκινο Κουτί» της βελγίδας δημοσιογράφου Φλόρενς Αουμπένας.
Μια εύπορη συγγραφέας -αλλά στο βιβλίο είναι δημοσιογράφος – επιθυμεί να γράψει ένα νέο βιβλίο για τους καταπιεζόμενους εργαζόμενους της εποχής μας και καμουφλάρεται σε λούμπεν προλεταριάτο για να εργαστεί ως καθαρίστρια στο Ουιστρεάμ της Νορμανδίας, εκεί που τα φέριμποτ διασχίζουν τη Μάγχη . Επιθυμεί να κάνει έρευνα, να γνωρίσει εργάτες, να δει τι συμβαίνει από πρώτο χέρι.
Τον κεντρικό ρόλο αναλαμβάνει η Ζιλιέτ Μπινός, η οποία όμως δεν μας πείθει. Μη αντιληπτή η μεταμόρφωση της.

Ήδη από την αρχή της ταινίας, η Μαριάν παρατηρεί μια γυναίκα που διεκδικεί με ένταση στη φωνή της, μια επιδότηση,  που της αρνούνται να της χορηγήσουν.
Η ταινία παρακολουθεί την Μαριάν να βρίσκεται ανάμεσα σε  καταπιεσμένους ανθρώπους, οικονομικά, κοινωνικά.
Η οπτική του σκηνοθέτη δεν είναι να δημιουργήσει ένα επαναστατικό μελόδραμα, αλλά να παρουσιάσει την απλοποιημένη έννοια των δύο τάξεων, των δύο κόσμων, περισσότερο από μια σκοπιά, ίσως τύψεων της δημοσιογράφου αλλά και του ιδίου -που αποφάσισε να το σκηνοθετήσει- παρά για μια πιο διερευνητική οπτική ματιά, η οποία κατά τη γνώμη μας χρειαζόταν. Η Μαριάν θα επιστρέψει στην ασφάλεια των συνηθειών της, το πείραμα τελείωσε, κάποιοι θα μείνουν πίσω και θα παλεύουν.

Η  Μαριάν;

Αξίζει προσοχής η ερμηνεία της Ελέν Λαμπέρ στο ρόλο της δικαίως τσαμπουκαλεμένης ανύπαντρης μητέρας.

Πλην της Μπινός, όλοι σχεδόν οι ηθοποιοί είναι ερασιτέχνες. Παίζουν με πάθος, διαθέτουν μια στόφα εμπειρίας και δικαιώνουν τον Εμμανυέλ Καρρέρ.

RELATED ARTICLES

Επικοινωνία
Γενικό e-mail επικοινωνίας screeneyefilm@gmail.com Για αποστολή δελτίων τύπου κινηματογραφικών εκδηλώσεων cine-events@screeneye.net
Εγγραφείτε στο Newsletter μας
Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας για να μαθένετε πρώτοι τα τελευταία νέα μας!

Back to Top