Ε όπως ελεύθερος χρόνος. Κριτική από το Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου
Ανταπόκριση-Κριτική Ελίνα Τραιφόρου
Το «Ε όπως ελεύθερος χρόνος» που παίχτηκε στο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου έχει σαν θέμα τη ζωή και τις σκέψεις διάφορων φοιτητών μεταπτυχιακών σχολών τη δεκαετία του ‘90 στην Αμερική.
Η ταινία ξεφεύγει από τις κλασσικές κινηματογραφικές αφηγηματικές δομές. Χωρίζεται σε διάφορα επεισόδια, που όμως όλα συνδέονται σπονδυλωτά κάτω από την ομπρέλα του «ελεύθερου χρόνου», όπως αναφέρει και ο τίτλος κατά τη διάρκεια των διακοπών κάποιων φοιτητών. Πέρα από αυτό το συνεκτικό στοιχείο το έργο συνθέτει νοηματικά έστω και αποσπασματικά μια γενιά φοιτητών χαμένη σε ατελείωτες ημι-φιλοσοφικές συζητήσεις, ερωτικούς πειραματισμούς, ναρκωτικά και αθλητικές ενασχολήσεις.
Δεν μπορεί κανείς βλέποντας το «L for Leisure» να μην θυμηθεί το «Metropolitan» του Γουίτ Στίλμαν, από τα κατεξοχήν δείγματα του «ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου». Και οι δύο ταινίες έχουν παρόμοια θεματολογία και ισορροπούν τις πνευματικές αναζητήσεις της ιντελεκτουέλ κοινωνίας με μια καυστική κριτική και χιούμορ, τονίζοντας την κενότητα της αναζήτησης πίσω από τις μεγαλεπήβολες ιδέες και την συμφωνία ή ασυμφωνία πνευματικής και υλικής διερεύνησης.
Το «L for Leisure» είναι άλλο ένα παράδειγμα συνέχειας αυτού του ανεξάρτητου πνεύματος μέσα από τη γενιά του «mumblecore» που έχει σαν κεντρικούς άξονες τον χαμηλό προϋπολογισμό, σενάρια με έμφαση στο διάλογο και κατά κύριο λόγο μη επαγγελματίες ηθοποιούς.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι ταινίες με ανάλογα χαρακτηριστικά να δίνουν την αίσθηση ντοκιμαντέρ με την προϋπόθεση να λειτουργεί ρεαλιστικά ο διάλογος σεναριακά και υποκριτικά. Στην προκειμένη περίπτωση το «L for Leisure» αφήνει ανάμεικτα «home movie» συναισθήματα. Το χαμηλό κόστος παραγωγής που γίνεται αντιληπτό με τις ελλείψεις στον τεχνικό τομέα (φτηνή κινηματογράφηση, προβλήματα στην εξισορρόπηση του ήχου) σε συνδυασμό με την προσέγγιση μέρους της ταινίας ως «βίντεο κλιπ» απομακρύνει τον θεατή από τις «νατουραλιστικές» προδιαθέσεις των δημιουργών.
Η ταινία διαρκεί μόλις 73 λεπτά. Πόσες φορές μπορούν οι σκηνοθέτες να πουν το ίδιο πράγμα, με διαφορετικό τρόπο μέσα από βινιέτες χωρίς να υπάρχει δεμένη ανάπτυξη χαρακτήρων; Ίσως να μην ήταν αναγκαίο να γίνει το «L for Leisure» μεγάλου μήκους καθώς οι μίνι μουσικές σκηνές δεν προσφέρουν κάτι παραπάνω στο νόημα της ταινίας και κουράζουν στο επαναληπτικό τους μοτίβο. Ναι υπάρχει χαλαρότητα στον ελεύθερο χρόνο των χαρακτήρων και η χαλαρότητα στην τεχνική και δομή της ταινίας έχει σίγουρα το αυτοαναφορικό της στίγμα αλλά και ο ελεύθερος χρόνος, όπως στη θέαση μιας ταινίας, είναι πολύτιμος.