Oh Boy
Κοινωνική, 83’ Γερμανία 2012
του Γιαν Όλεν Γκέρστερ.
Παίζουν: Τομ Σίλινγκ, Φριντερίκε Κέμπτερ, Μαρκ Χόζεμαν, Γιούστους Φον Ντόναβι, Φρέντερικ Άλου
Ξεκίνημα με μια ελαφρώς ναρκισσιστική εξομολόγηση-κατάθεση ψυχής. Πρωινό ξύπνημα στο κρεβάτι άγνωστης κοπέλας κι ο Νίκο να προσπαθεί να την… κάνει με ελαφρά πηδηματάκια. Η κοπέλα ξυπνάει, αντιλαμβάνεται τι τρέχει και του προτείνει να πιουν έστω ένα καφέ. Οι αστείες δικαιολογίες του Νίκο και η αμηχανία που βουβαίνει την ατμόσφαιρα, δίνουν το στίγμα της ιλαροτραγικής περιπέτειας που θα ζήσει ο ήρωας για τις επόμενες 24 ώρες. Σε τούτο το καθοριστικό όπως θα εξελιχτεί για το μέλλον του διάστημα ο Νίκο, που έχει εγκαταλείψει τις σπουδές του στη Νομική, θα δει πολλά. Ένα ψυχολόγο αμφίβολης πνευματικής επάρκειας να τον προσβάλλει και να του κόβει την άδεια οδήγησης.
Ένα γείτονα συναισθηματικής αστάθειας να του φορτώνεται με το έτσι θέλω στο διαμέρισμα του, βομβαρδίζοντας τον με αδιάκριτες προσωπικές ερωτήσεις. Τον πλούσιο πατέρα του να τον κατσαδιάζει για την αποτυχία του στο πανεπιστήμιο και να του κόβει το γονικό επίδομα. Ένα ΑΤΜ να του «τρώει» τα τελευταία του λεφτά στην πιο κωμική σκηνή του έργου. Μια παλιά του συμμαθήτρια που συναντάει τυχαία και κορόιδευε όλη η τάξη τους επειδή ήταν χοντρή όταν ήταν παιδιά, να έχει γίνει μια πανέμορφη ηθοποιός. Κουρασμένος από όλα αυτά θα βρει καταφύγιο σε ένα νυχτερινό μπαρ όπου τον πλησιάζει ένας άγνωστος άντρας για να μοιραστούν ένα τελευταίο ποτό μαζί…
Ένας χαμένος νέος σε μια χαοτική πόλη. Αυτός είναι ο Νίκο κι αυτή είναι η πόλη του.
Το ασπρόμαυρο Βερολίνο και οι νότες τζαζ μουσικής που τρυπούν περίτεχνα σε κάθε σκηνή δεν είναι μόνο μια περίτεχνη και δυνατή σκηνοθετική άποψη. Είναι η ειλικρινής και τρυφερή ματιά του σκηνοθέτη για τη νέα γενιά των 30something. Μια νεολαία χωρίς στόχους και ελπίδες, σύμφωνα με τον Γιαν Όλεν Γκέρστερ, σκορπισμένη στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, που πληρώνει τα λάθη των μεγάλων. Μια γενιά που βολοδέρνει από καφέ σε μπαρ κι από διανοουμενίστικους δηθενιές (πολύ εύστοχη η σαρκαστική οπτική του γύρω από τη «μεταμοντέρνα» θεατρική παράσταση που συμμετέχει η πρώην συμμαθήτρια του) σε αδειανά κρεβάτια. Το χειρότερο με το Νίκο είναι ότι αρχίζει να συνηθίζει τη μιζέρια που τον συντροφεύσει σε κάθε βήμα του κι έχει πάψει να ελπίζει.
Ακόμη και το πιο απλό πράγμα στην καθημερινότητα του απαιτεί κόπο και υπομονή. Η προσπάθεια του να παραγγείλει ένα καφέ για το δρόμο, μετρώντας τα ψιλά που έχει, εκτός από… Γολγοθάς, μετατρέπεται και σε σήμα κατατεθέν της κατάστασης του. Μιας κατάστασης για γέλια και για κλάματα: «μα είναι δυνατόν ένας καφές να κάνει 3,40 ευρώ?» ρωτάει την πωλήτρια κι εμείς ταυτιζόμαστε μαζί του, για να αποδειχτεί ότι η Αθήνα από το Βερολίνο δεν απέχει και τόσο πολύ!
Τα συνεχή ευτράπελα που του συμβαίνουν όμως, κρύβουν πίσω από το κωμικό περιτύλιγμα τους μια γλυκιά μελαγχολία και απέραντη μοναξιά. Ο ενοχλητικός γείτονας είναι μια τραυματισμένη ύπαρξη. Η παλιά συμμαθήτρια ένα πληγωμένο κορίτσι. Το επεισόδιο στο ATM κλείνει με την τραγική εικόνα του κοιμισμένου άστεγου. Σε κάθε τι στην καθημερινότητα του Νίκο υπάρχει γέλιο και δάκρυ μαζί, ενώ το περίφημο «γερμανικό τραύμα» δείχνει να μην έχει κλείσει ακόμη.
Ο ναζισμός που φανερώνεται σε κάποιες σκηνές με αποκορύφωμα το συμβολικό και εξαιρετικά συγκινητικό φινάλε μας ώθησε να τον ρωτήσαμε «αν επηρεάζει ακόμη και τις νεότερες γενιές». Η απάντηση του μάλλον δηλώνει την αμηχανία που νιώθει κι ο ήρωας του: «Δεν ξέρω. Η ταινία δεν αφορά τη γερμανική ιστορία αλλά πως αυτή περνά στην καθημερινότητα του ήρωα». Το «Oh Boy» απέσπασε 6 βραβεία από τη γερμανική ακαδημία κινηματογράφου το 2012, ανάμεσα στα οποία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και Α αντρικού ρόλου για την σπουδαία, όλο εσωτερικότητα, ερμηνεία του Τομ Σίλινγκ, τον γερμανό Ζαν Πιερ Λεό, όπως τον αποκάλεσε ο Τάκης Βερέμης, πρόεδρος της εταιρείας Strada Films που διανέμει την ταινία στη χώρα μας.
Το “Oh Boy” από 19/12 στους κινηματογράφους σε διανομή Strada