Κάρολ
Ρομαντικό δράμα, 118′, Μ. Βρετανία/ Η.Π.Α 2015
Πρωτότυπος Τίτλος: Carol, Γλώσσα: Αγγλικά
Του Τοντ Χέινς
Με τους Κέιτ Μπλάνσετ,Ρούνεϊ Μάρα, Κάιλ Τσάντλερ, Σάρα Πόλσον
Γράφει ο Ιάκωβος Γωγάκης
Αποτελεί το αποκορύφωμα της ανεπίσημης τριλογίας του Τοντ Χέινς για την “πρώιμη” χειραφέτηση και αυτονομία των γυναικών, των δεκαετιών ’40 και του ’50, εξιστορώντας τα δεινά ενός κρυφού ομόφυλου γυναικείου έρωτα, όπως τον συνέλαβε η συγγραφέας Πατρίσια Χάισμιθ το 1953.
Ο θαυμασμός μας για αυτή τη ταινία έγκειται στο γεγονός, πως ο Τοντ Χέινς, χωρίς να επιδίδεται στον εμπορεύσιμο ρομαντισμό, υποτάσσει τα περιττά λόγια, αποφεύγει την τεχνητή συγκινησιακή φόρτιση, τις σκόπιμες εντάσεις, ούτε οπτικά διατυμπανίζει το ερεθιστικό περιεχόμενο της ταινίας του για τη σεξουαλική ταυτότητα των ηρωίδων ( όπως είχαμε δει πρόσφατα στη « Ζωή της Αντέλ»), ακολουθώντας εδώ ένα ιεροτελεστικό μοτίβο, που ξεκινάει από τις πρώτες ματιές, συνεχίζει με τη ψυχική επαφή , μετά στην πνευματική, για να καταλήξει στη σαρκική ολοκλήρωση.
Την ίδια στιγμή, υπονοεί περισσότερα απ’ όσα λέει. Προτάσσει(υπόκωφα-εσωτερικά), τους μύθους και τα ιδεολογήματα εκείνων των χρόνων, αναδεικνύοντας τη φθίνουσα αλλά ακόμη προνομιακή θέση των ανδρών και την καταναγκαστική συμμόρφωση του έτερου τους ήμισυ, στους δικούς τους κανόνες. Δηλαδή, η γυναίκα να παραμείνει στο σπίτι και στην ανατροφή του παιδιού. Ωστόσο, ο σκηνοθέτης βλέπει στο πρόσωπο της ώριμης και ανυπότακτης Κάρολ Άιρντ(Κέιτ Μπλάνσετ) την ορμή του φεμινιστικού κινήματος, που σιγά σιγά θα συμπαρασύρει τα πάντα… μαζί και τη νεαρή Τερέζ Μπέλιβετ (Ρούνεϊ Μάρα), αναποφάσιστη μέχρι τότε σε όλα, ακόμα και στο τι φαγητό της αρέσει, πόσο μάλλον για τις σεξουαλικές της προτιμήσεις.
Ενώ ο Αμερικανός σκηνοθέτης δεν ξεφεύγει ούτε δευτερόλεπτο από την «ομιχλώδη» αλλά ονειρική ατμόσφαιρα του κλασικού νουάρ, πιστή αποτύπωση του ’50 -αντιληπτή ακόμα και από τις μουσικές επιλογές του Κάρτελ Μπάργουελ-, ο υπό κατάρρευση γάμος της Κάρολ αλλά και ο δεσμός της Τερέζ, η εκδικητική στάση των «μαμόθρεφτων» συντρόφων τους, οι καταπιεσμένες τους επιθυμίες, θα λέγαμε πως όλο αυτό, ξεπερνάει την ιστορικοκοινωνική περίοδο του χθες και ο Χέινς το αφήνει αμυδρά να αγγίξει, υπαρκτές καταστάσεις του σήμερα. Τελικά δεν έχει σημασία, εάν τα δύο πρόσωπα θα υπερπηδήσουν τα εμπόδια και ο έρωτας τους θα πάρει σάρκα και οστά.
Αποτελεσματική αποδείχθηκε η τεχνική να φιλμάρει, εκτός από τις συναντήσεις των δύο γυναικών σε κλειστούς χώρους και τις παράλληλες -αντίθετες τους διαδρομές, η Κάρολ είναι εύπορη η Τερέζ από μικρή βρίσκεται στη βιοπάλη, τονίζοντας έτσι τις διαφορές, τα αδιέξοδα, αλλά και την κοινή δύσκολη θέση τους, όπως επίσης και την αταξικότητα της ερωτικής επιθυμίας.
Η ταινία από την άλλη, έχει και τα θέματα της, υιοθετώντας στο λόγο και τον αντίλογο των κεντρικών προσώπων, ιδιαίτερα τετριμμένους διαλόγους, κυρίως ανάμεσα στην Κάρολ και το σύζυγό της. Και το σενάριο όμως, σε κάποιες στιγμές δεν αναλαμβάνει τα επιθυμητά ρίσκα, γίνεται προβλέψιμο.
Έχοντας στις πρόσφατες αποσκευές της ισχυρούς εσωτερικούς ρόλους, όπως στη «Θλιμμένη Τζάσμιν», η Κέιτ Μπλάνσετ σηκώνει μεγάλο μέρος από το βάρος της υποκριτικής κατασκευής, αποκρυπτογραφώντας επιτυχημένα, τα φανερά και κρυφά νοήματα της ρομαντικής ιστορίας. Η Ρούνεϊ Μάρα, κάπως αδικημένη από τον τρόπο που ο Τοντ Χέινς την προβάλλει, στέκεται ισάξια δίπλα της.
Όπως και να χει, η « Κάρολ» αποτελεί ταινία σταθμό για το κοινωνικό σινεμά και σίγουρα μία από τις καλύτερες ταινίες( θα μπορούσαμε να θυμηθούμε το “Desert Hearts” και το “Aimee & Jaguar”), που εξερευνούν τον παγιδευμένο κόσμο της ομόφυλης γυναικείας αγάπης, μιας άλλης εποχής.
“ Ο Τοντ Χέινς έριξε στο κάδρο, πλειάδα στοιχείων από παλαιότερες δικές του ταινίες, περισσότερα εδώ στο ΑΦΙΕΡΩΜΑ για τον Αμερικάνο σκηνοθέτη και εκπρόσωπο του σινεμά Queer”.
“Κάρολ” από 3/12 στους κινηματογράφους σε διανομή Odeon