Το Διπλανό Δωμάτιο
Κριτική Ιάκωβος Γωγάκης
Ο Πέδρο Αλμοδόβαρ, ως ένας υψηλής κλάσης δραματουργός, αναμοχλεύει –και στην πρώτη του αγγλόφωνη ταινία– το τι εστί πορτρέτο της γυναικείας φύσης, εμβαθύνοντας στην πολυπρόσωπη ταυτότητα της γυναίκας, ως μητέρας, εργαζόμενης, φίλης αλλά κι ως ύπαρξης, μπροστά στη μνήμη και στο αναπόφευκτο του θανάτου.
Στο «Διπλανό Δωμάτιο» (βασισμένο στο μυθιστόρημα «What Are You Going Through» της Σίγκριντ Νούνιεζ), ο Αλμοδόβαρ αναμετριέται με τη μοναξιά, την ασθένεια και με το διφορούμενο ζήτημα της ευθανασίας.
Η κεντρική ηρωίδα της ταινίας, η πολεμική ανταποκρίτρια, Μάρθα (Τίλντα Σουίντον) καλεί μια παλιά, της φίλη, τη συγγραφέα Ίνγκριντ (Τζούλιαν Μουρ), να τη συνοδεύσει σε ένα τελευταίο ταξίδι στην εξοχή, έχοντας αποφασίσει να αποχαιρετήσει τον κόσμο, με ένα χάπι ευθανασίας, καθώς βρίσκεται στο τελικό στάδιο καρκίνου στον τράχηλο.
Η Ίνγκριντ αποδέχεται την πρόσκληση, προσφέροντας τη στήριξή της, σε μια στιγμή που δοκιμάζει τις μεταξύ τους ανθρώπινες σχέσεις, επανασυνδεόμενες μετά από χρόνια αποξένωσης.
Στο «Διπλανό Δωμάτιο», ο Αλμοδόβαρ δεν εξετάζει μόνο τη σχέση φιλίας και αφοσίωσης αλλά εισχωρεί βαθύτερα στην έννοια της αυτοδιάθεσης και του θανάτου. Αποκαλύπτει πως η ευαλωτότητα και η αδυναμία ενός ατόμου μπορεί να το οδηγήσουν σε χειριστικές συμπεριφορές, ιδίως όταν αισθάνεται ότι χάνει τον έλεγχο της ζωής του. Με αυτόν τον τρόπο, η ταινία εξερευνά τη δυναμική που αναπτύσσεται όταν ένας αδύναμος χαρακτήρας ζητά τη στήριξη του ισχυρότερου, καταλήγοντας ενίοτε να δημιουργεί ενοχές και ψυχολογική αποσταθεροποίηση στον άλλον. Η πορεία προς τη φθορά του υγιούς συνοδοιπόρου, αποτελεί στην ταινία σημαντικό σχόλιο, πάνω στις ψυχικές διακυμάνσεις, που μπορεί να προκαλέσει μια σχέση άνισης εξάρτησης.
Ο Αλμοδόβαρ δεν αλλάζει τη δυναμική των δύο ρόλων, ακολουθώντας τη φυσική εξέλιξη της ιστορίας. Η Μάρθα παλεύει με τις αναμνήσεις και τις ουλές που αφήνει ο χρόνος στην ψυχή –ένα κλασικό μοτίβο στη φιλμογραφία του σκηνοθέτη–, με στιγμές που ανακαλούν τον θάνατο του συντρόφου της, τη σχέση με την κόρη της, την καριέρα της και τη σεξουαλική της ζωή.
Παραμένοντας πιστός στο ύφος του, ο Αλμοδόβαρ χρησιμοποιεί κοντινά πλάνα και ζωηρές χρωματικές παλέτες- αλλά όχι τόσο ζωηρές όσο σε άλλες ταινίες του- για να αποδώσει τη συναισθηματική ένταση και τη μοναχικότητα των χαρακτήρων του.
Δύο στοιχεία, δεν εντάσσονται αρμονικά στο έργο.
Το πρώτο, αφορά τη φθορά του κόσμου μέσω της κλιματικής αλλαγής.
Ο Αλμοδόβαρ προσπαθεί να ενσωματώσει κοινωνικοπολιτικές αναφορές, όπως έκανε και στις ισπανόφωνες ταινίες του, όμως στο «Διπλανό Δωμάτιο» αυτές οι αναφορές μένουν απλώς λεκτικές
-είτε από τη Μάρθα , είτε από τον κοινό με την Ίνγκριντ εραστή τους, τον Νταμιάν( Τζον Τορτούρο), χωρίς ουσιαστική σύνδεση με την υπόλοιπη αφήγηση.
Επίσης, η πρόθεση του Αλμοδόβαρ, οι τοίχοι, τα δωμάτια και οι κλειστοί χώροι να αποτελούν σημεία έκφρασης της ψυχολογικής απόστασης που χωρίζει τις δύο γυναίκες, μένει ανεκμετάλλευτη.
Οι ερμηνείες, είναι σε υψηλά επίπεδα. Η Τίλντα Σουίντον και η Τζούλιαν Μουρ αποδίδουν με μοναδικό τρόπο την ψυχολογική ευθραυστότητα και την εσωτερική πάλη των χαρακτήρων τους, καταφέρνοντας να μεταδώσουν την ένταση, την αγάπη και τον πόνο που τους ενώνει.
Χρυσό Λιοντάρι στο φετινό Φεστιβάλ Βενετίας
Το Διπλανό Δωμάτιο από την Πέμπτη 14 Νοεμβρίου στους κινηματογράφους