05
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
2024
screeneye.gr
No Comments 147 Views

Επιλεγμένες Πρεμιέρες: Ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη , βία στα Αθηναϊκά προάστια & η ταινία ορόσημο του Τσεχοσλοβάκικου σινεμά

HAPPENING

Παρουσίαση- Κριτικές Ιάκωβος Γωγάκης

1. Το Γεγονός

HAPPENING

Πλήθος κινημάτων, πλήθος υποσχέσεων για πολλή δημοκρατία σε ολόκληρη τη δεκαετία του ’60. Όχι στην ασταθή σκηνή της Ελλάδος, αλλά στη Γαλλία του Ντε Γκωλ( 1959 κι εντεύθεν) .

Οι 100 μέρες που άλλαξαν τη Γαλλία-όπως διακήρυτταν οι υποστηρικτές του Ντε Γκώλ- μέσα στις 100 μέρες και μέσα στα επόμενα 15 χρόνια δεν άλλαξε ο νόμος που απαγόρευε τις αμβλώσεις.

Ευθύνεται και το παγκοσμίου φήμης κινηματογραφικό κίνημα της νουβέλ βαγκ , το οποίο χωρισμένο σε δύο όχθες, της φωνασκούσας δεξιάς όχθης, που επικεντρωνόταν σε ταινίες με ανδρικούς χαρακτήρες και της μειοψηφούσας δεξιάς, με τη δημιουργό Ανιές Βαρντά, σχεδόν μόνη, να θέτει τις γυναίκες έξω από το ηδονοβλεπτικό πλαίσιο , που τις έθετε ο Γκοντάρ.

Ο νόμος άλλαξε το 1975 ( επιτρέπεται η άμβλωση μέχρι και 12 εβδομάδες μετά την σύλληψη ) και μεταρρυθμίστηκε ακόμη πιο γενναία το 2013 , όπου όλες οι αμβλώσεις στη Γαλλία αποζημιώνονται 100% από το κράτος.

Το 1963, η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη της μετέπειτα συγγραφέως Ανί Ερνό,  της έθεσε το δίλημμα να αφήσει τη ροή των πραγμάτων ως έχει ή να ακολουθήσει την παράνομη διαδικασία της αποβολής, με κίνδυνο να μπει φυλακή; Η εμπειρία της, αποτέλεσε την πηγή για ένα μυθιστόρημα, το «L’ Evénement».
Η σκηνοθέτις  Οντρέ Ντιγουάν  το 2021 το μετουσιώνει σε ταινία και κερδίζει το Χρυσό Λιοντάρι της Βενετίας.
Η Αν είναι παθιασμένη με τη λογοτεχνία. Είναι φοιτήτρια στο τελευταίο έτος σπουδών. Ετοιμάζεται να αποφοιτήσει. Στα πανεπιστημιακά έδρανα την βλέπουμε σοβαρή  να ακούει και να γράφει.

Ένα κορίτσι που στον προσωπικό της χρόνο πηγαίνει σε μπαρ, χορεύει ροκ εντ ρολ , γελάει, μιλάει με αγόρια, αποφεύγει τα αγόρια, κάνει μια φορά περιστασιακό σεξ. Μένει έγκυος. Δεν έχει σημασία με ποιον. Όπως απάντησε όταν την ρώτησαν « με κάποιον άντρα». Το δίλημμα είναι εικονικό. Επιθυμεί να μην το κρατήσει, αλλά και να το ρίξει εν έτει 1963 σε μια Γαλλία που το απαγορεύει,  δεν είναι εύκολη υπόθεση.

Πως θα το κάνει, ποιοι θα τη βοηθήσουν. Ο χρόνος κυλάει εις βάρος της απόφασης που έχει λάβει.

Η σκηνοθέτις Οντρέ Ντιγουάν,  αρνείται να βρεθεί πλήρως στο 1963 κι ενώ η αίσθηση του παρελθόντος τοποθετείται διακριτικά, όπως επί παραδείγματι με την αναλογία 4:3 και με τα ρόκαμπιλι τραγούδια στο μπαρ, διατηρεί τη φωτογραφία έγχρωμη, ενδυματολογικά επιλέγει το διαχρονικό στιλ και περιορίζει τα εξωτερικά γυρίσματα. Η Ντίιγουάν,  μεταφέρει κινηματογραφικά ένα βιβλίο από το παρελθόν, με διάθεση να μην περιχαρακώσει την ιστορία χρονικά. Ίσως διαβλέπει τον κίνδυνο επιστροφής στους περιορισμούς και στην αφαίρεση του συγκεκριμένου δικαιώματος.
Από τον οργασμό μιας φίλης της Αν-χρησιμοποιώντας μαξιλάρι ανάμεσα στα πόδια- στο εργαλείο που χρησιμοποιεί η Αν, για να προσπαθήσει να καταστρέψει το έμβρυο.
Η σύγχρονη ματιά, αποδεικνύεται κι από τον τρόπο που η κάμερα ακολουθεί  την ηθοποιό Αναμαριά Μπαρτολομέι .

Την ακολουθεί κατά πόδας, σε μια νωχελική , λαβυρινθική διαδρομή, αποτύπωση της ίδιας της κατάστασης που η ίδια -η ηρωίδα- βρίσκεται.
Η Γαλλίδα ηθοποιός, αντιλαμβάνεται ότι η Ντιγουάν την έθεσε στο επίκεντρο και χωρίς να υπερβάλλει, κινείται στο χώρο με άνεση, με πειθώ, ενίοτε είναι ανέκφραστη, ενίοτε στις κινήσεις της αντανακλάται η αγωνία για την αποτυχία της αποβολής,
την αγωνία της , να μην οδηγηθεί στη φυλακή.
Υποκρύπτεται στο σενάριο μια ακραία τάση υποτίμησης του ανδρικού φύλου.
Η υπερβολή , εμπίπτει στην επιθυμία της δημιουργού, να τονίσει το καίριο διακύβευμα της ταινίας, το δικαίωμα στην έκτρωση, που πλέον τίθεται εν αμφιβόλω.

2. 18
18COR2

Η  εφηβική παραβατική συμπεριφορά  διαχρονικά προσελκύει  το ενδιαφέρον της κινηματογραφικής κοινότητας.

Γοήτευσε κάποτε τον Κόπολα, τον Κιούμπρικ, του Γκας Βαν Σαντ. Οι εκφοβισμοί , οι συμμορίες αλλά  και οι νέοι που προκαλούν μακελειό-όπως έγινε προ ημερών στο Τέξας- εμφανίζονται συστηματικά στις ανεπτυγμένες κοινωνίες.

Ο Βασίλης Δούβλης με την ταινία « 18», υπενθυμίζει την ύπαρξη  στις υποβαθμισμένες συνοικίες ενός άτυπου γκέτο, όπου οι νόμοι καθορίζονται από τους ταραξίες κι από την πυγμή  του πιο δυνατού. Στα σχολεία συναντώνται οι θύτες και τα θύματα, με ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον που αδυνατεί να προστατέψει την κοινότητά του.

Ο Δούβλης προσδίδει στο δημιούργημά του κοινωνιολογικές προεκτάσεις για τα παιδιά που στερήθηκαν την οικογενειακή φροντίδα, όπως -ο πιο βίαιος ήρωας της ταινίας- ο Ηλίας( το συγκεκριμένο όνομα δεν ετέθη τυχαία από τον Δούβλη), παιδιά με ακατέργαστη ανθρωπιά  που φλερτάρουν  με την γκανγκστερική συμπεριφορά- όπως ο Στέλιος-   αλλά και προεκτάσεις ενός ελληνικού  συστήματος αξιών, που δεν δίνει ευκαιρίες.  Η γλώσσα γνώριμη, μάγκική κι αθυρόστομη.

Ίσως η ύπαρξη μιας σειράς ομοιοτήτων από ταινίες του παγκόσμιου σινεμά , όπως το « Elephant», το «The Outsiders»
»το « Μίσος», να είναι κάτι περισσότερο από δεδομένη.
Όμως η ταινία του Βασίλη Δούβλη διαθέτει μια επίκαιρη αύρα, καλοδουλεμένο μοτίβο, μη στατικό, χωρίς ιδιαίτερες υπερβολές, το οποίο ευνοείται από τις παράλληλες αφηγήσεις. Διαθέτει επίσης ένα κράμα επαγγελματιών- ερασιτεχνών ηθοποιών, με τους τελευταίους –νεότερους ηλικιακά από τους επαγγελματίες – να ανεβάζουν την αδρεναλίνη και να κάνουν τους ρόλους τους, κτήμα τους.

Η ταινία εμπίπτει στο πλαίσιο του σινεμά διαμαρτυρίας. Είναι κατανοητή η οπτική του σκηνοθέτη.
Θα έδινε μεγαλύτερο ρεαλισμό στο έργο του , εάν απέφευγε να ενσωματώσει όλα τα ζητήματα, αλλά να κρατούσε ορισμένα. Επέλεξε να βάλει τα πάντα στο κάδρο , όπως για παράδειγμα τον ρατσισμό, το φασισμό, την ομοφοβία, τον εκφοβισμό, τους εκβιασμούς, την εκδίκηση, δίνοντας στο φινάλε και μια τροπή. λογική μεν , αναμενόμενη δε.

 

Η ρετρό ταινία της εβδομάδας
Οι έρωτες μιας ξανθιάς
a blonde in love

Είναι δείγμα ή καλύτερα  είναι το υπόδειγμα του Τσέχικου Νέου Κινηματογραφικού Κύματος της δεκαετίας του ‘60. Ο Όρσον Γουέλς αποθέωσε το Τσέχικο Σινεμά όπως το αποθέωσαν θεωρητικοί  στα πανεπιστήμια του κόσμου,  τοποθετώντας το  υψηλότερα από την αντίστοιχη γαλλική σχολή .   Οι Τσέχοι κινηματογραφιστές, χρησιμοποιούσαν πιο έντονα το σκοτεινό χιούμορ, άγγιζαν πιο πολύ το παράλογο, διείσδυαν  και σε σοβαρότερα θέματα   απ’ ότι οι Γάλλοι συνάδελφοί τους , κουβαλώντας ερεθίσματα από το σοσιαλιστικό καθεστώς. Οι  « Έρωτες μιας Ξανθιάς» του Μίλος Φόρμαν( Στη Φωλιά του Κούκου, Αμαντέους),   διέθετε και τα τρία χαρακτηριστικά και πολλά περισσότερα. Αλλά η πηγή έμπνευσής του δεν ήταν μέσα από την  λογοτεχνία, όπως συνέβαινε συχνά.

Ένα βράδυ του  1963, ο Φόρμαν  περπατούσε στους δρόμους της Πράγας. Θα συναντήσει μια άγνωστη ξανθιά γυναίκα με μια βαλίτσα στο χέρι η οποία  έψαχνε μια διεύθυνση που της είχε δώσει ένας άντρας,  για να συναντηθούν. Ο άντρας της έδωσε μια διεύθυνση που δεν υπήρχε.

Ο Φόρμαν  το 1965  μετουσιώνει την ιστορία σε ταινία,  ενώ τρία χρόνια μετά ο Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ επεδίωξε να εγκαθιδρύσει –ανεπιτυχώς- τον σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο, όπως τον επιθυμούσε ένα κομμάτι της κοινωνίας κι  ο καλλιτεχνικός κόσμος της χώρας.

Η εισαγωγή  έχει τη σημασία της, από τη στιγμή που ο Φόρμαν στους « Έρωτες μιας Ξανθιάς», πλαγίως φανερώνει τις   ζυμώσεις που φούντωναν σε ανθρώπινο επίπεδο  εκείνη την εποχή.

Σε μια ορεινή  πόλη σχετικά κοντά στην Πράγα, υπάρχει ένα εργοστάσιο υποδημάτων, στο οποίο κατέληξαν να εργάζονται εκατοντάδες νέες γυναίκες, αλλά ελάχιστοι άνδρες. Ανάμεσα στις γυναίκες βρίσκεται και η ξανθιά Αντούλα ( Χάνα Μπρέγτσοβα).

Ο διευθυντής  του εργοστασίου, θα ζητήσει  από την αρμόδια επιτροπή του Κομουνιστικού Κόμματος, να σταλούν στην περιοχή άντρες μήπως αποκτήσει ενδιαφέρον η ζωή των γυναικών. Οι άντρες που θα εμφανιστούν, θα είναι μεσόκοποι στρατιώτες.

 Ο Μίλος Φόρμαν  πλάθει μια ονειρική μεγάλη σεκάνς,  με τις   γυναίκες και τους άντρες να χορεύουν σε μια κατάμεστη αίθουσα αλλά  και με  τρεις στρατιώτες κοντά στα 50,  να  επεξεργάζονται τον τρόπο για να προσεγγίσουν την Αντούλα και τις δυο φίλες της.

Την  Αντούλα τις μέρες που πέρασαν , θα την φλερτάρει σε ένα χιονισμένο δάσος ένας παντρεμένος στρατιώτης, θα γνωρίσει κι έναν συμφεροντολόγο μηχανόβιο. Δύο γνωριμίες αποτυχημένες.

Από το πάρτι, η Αντούλα γοητεύεται τον πιανίστα της τζαζ, τον Μίλντα, ο οποίος θα βρει τον τρόπο για να την « κερδίσει». Όταν αργότερα η νεαρή κοπέλα θα πάει στην Πράγα για να τον βρει, θα συναντήσει τους γονείς του που δυσφορούν με την παρουσία της , μα  κι ο νεαρός πιανίστας αποδεικνύεται κατώτερος των περιστάσεων.

Ο διάσημος σκηνοθέτης, κρατάει τις λεπτές ισορροπίες ανάμεσα στο «καταγγέλλω»  και στο « αδιαφορώ». Με δόσεις εκλεπτυσμένης  ειρωνείας,  σατιρίζει τις περιχαρακωμένες και μονότονες συνθήκες διαβίωσης στην Τσεχοσλοβακία, ταυτόχρονα  σατιρίζει και   τα στερεότυπα του καπιταλισμού, όπως επί παραδείγματι  για το τι λέγεται γενικώς,  για τις ξανθιές γυναίκες.

Ο Φόρμαν, αποδεικνύει ότι από παλιά κατείχε την  στόφα του κορυφαίου μαιτρ του σινεμά,  στηλιτεύοντας στους « Έρωτες μιας Ξανθιάς», την ταξικότητα επί κομμουνισμού( Ο Μίλντα και οι γονείς του απέναντι στην Αντούλα) , τον σεξισμό,  παράλληλα εξυμνώντας με δεξιοτεχνικά τεχνικά μέσα τον φεμινισμό και καταλήγοντας με  τα διαχρονικά κεφάλαια,    της μοναξιάς και της ψευδαίσθησης του έρωτα.

RELATED ARTICLES

Επικοινωνία
Γενικό e-mail επικοινωνίας screeneyefilm@gmail.com Για αποστολή δελτίων τύπου κινηματογραφικών εκδηλώσεων cine-events@screeneye.net
Εγγραφείτε στο Newsletter μας
Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας για να μαθένετε πρώτοι τα τελευταία νέα μας!

Back to Top