We Are the Best!
Μουσικό δράμα,102′, Σουηδία 2013
Του Λούκας Μούντισον
Με τους Μίρα Μπανχανμάρ, Μίρα Γκρόσιν, Λιβ Λιμον
Ο γνωστός Σουηδός σκηνοθέτης των νεανικών ταινιών Λούκας Μούντισον, στην έβδομη ταινία του το «We are the best!», θα στηριχθεί στο graphic novel της πρώην του συζύγου Κοκό, επιστρέφοντας στα παλιά του λημέρια, των ταινιών «Show me Love» και «Together», περιγράφοντας το «άλλο», το όχι ευρέως αποδεκτό από το σύστημα.
Το έργο έχει ως κεντρικούς χαρακτήρες 2 έφηβα κορίτσια, την Μπόμπο και την Κλάρα, που στην ηλικία των δεκατριών αποφασίζουν να δημιουργήσουν μια πανκ μπάντα στις αρχές της δεκαετία του ‘80. Στην πορεία θα αναμετρηθούν με το γύρω περιβάλλον, θα νιώσουν τα νεανικά τους σκαμπανεβάσματα και θα ενσωματώσουν μια άλλη κοπέλα, την Χέντβιγκ, στο συγκρότημά τους, σε μια μείξη που και θα τους διχάσει και θα τους ενώσει.
Κι αν η ταινία είναι γεμάτη πανκ μουσική, ο Μούντισον ενδιαφέρεται κυρίως για τον ψυχισμό των νεαρών κοριτσιών πίσω από αυτή. Από την πρώτη σκηνή γίνεται αντιληπτή η εσωστρέφεια της Μπόμπο και η απομόνωσή της από την οικογένειά της καθώς ακούγεται ένα συνονθύλευμα διάσπαρτων προτάσεων από συζητήσεις μεγάλων, αναδεικνύοντας την υποκειμενική πραγματικότητα της πρωταγωνίστριας.
Ο Μούντισον πλάθει έναν νεανικό κόσμο, διανθισμένο με μια γλυκόπικρη αίσθηση λεπτών διακυμάνσεων , αποφεύγοντας το μελό. Χαρακτηριστική είναι η σχέση που διαλέγει ο σκηνοθέτης να αποτυπώσει μεταξύ γονέων και εφήβων. Αν βλέπαμε μια άλλη ταινία του είδους, θα υπήρχαν έντονα στοιχεία που θα παρέπεμπαν στο δράμα, ώστε να φανεί καθαρά η αντίθεση των γενεών και των ηλικιών. Στο «We are the best!» υπάρχει φαινομενικά δραματικό «κενό» και απουσία εξωτερικών εντάσεων. Μήπως η έλλειψη έντασης ουσιαστικά αναδεικνύει την ούτως η άλλως ύπαρξη της νεανικής αστάθειας ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της οικογένειας; Η μητέρα της Μπόμπο στην αρχική σκηνή χαϊδεύει τα κοντά μαλλιά της κόρης της και με αγάπη δηλώνει πόσο της ταιριάζουν στους φίλους της. Κι όμως η Μπόμπο κλείνεται στο δωμάτιό της και τηλεφωνεί στην Κλάρα για να της πει πως η μητέρα της την έκανε ρεζίλι για τα μαλλιά της. Οι μικροεντάσεις με άλλα λόγια είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με το νεανικό πνεύμα.
Το ζήτημα της διαφορετικότητας όμως προκύπτει σε ποικίλα επίπεδα. Στην διαφορετικότητα της Κλάρα και της Μπόμπο με τις συμμαθήτριές της που τις κοροϊδεύουν και τις περιθωριοποιούν λόγω της εμφάνισής τους. Αλλά και της διαφορετικότητας της Κλάρα και της Μπόμπο με την Χέντβιγκ που και αυτές με την σειρά τους κοροϊδεύουν τις πεποιθήσεις και την εμφάνιση της Χέντβιγκ. Αλλά και της διαφορετικότητας της Κλάρα με την Μπόμπο καθώς η πρώτη λειτουργεί αρχηγικά σε βάρος της δεύτερης. Η ταινία τελικά θα συνθέσει μέσα από τις σκηνές της ένα παγκόσμιο, διαχρονικό μήνυμα: τον σεβασμό στην διαφορετικότητα του άλλου. Μπορεί το θέμα να είναι πολυφορεμένο αλλά τα ρούχα του σκηνοθέτη είναι πρωτότυπα.
Το τι είναι ορθό, σωστό και καλύτερο, είναι εξάλλου μια υπόθεση υποκειμενική. Για τις πρωταγωνίστριες, που δεν μπορούν καν να παίξουν ένα μουσικό όργανο, που δεν έχουν καταφέρει παρά μόνο να γράψουν ένα τραγούδι για το μάθημα της φυσικής αγωγής, πιστεύουν ότι είναι οι καλύτερες όπως υποδεικνύει και ο τίτλος.
Ο Μούντισον έχει την ικανότητα να παίρνει την άναρχη καθημερινότητα και να την μεταπλάθει σε δομημένη και δονούσα ρεαλιστική δραματουργία, με μια αισθητική «κάμερας στο χέρι» και συχνές εστιάσεις στα πρόσωπα προσδίδοντας αμεσότητα και «ρουφώντας» τον θεατή στην κινηματογραφική του δίνη.
«We Are the Best!» από 6/11 στους κινηματογράφους σε διανομή One From the Heart